Χριστουγέννων
Είμαι ένα παιδί μικρό
κι ‘ρθα τα γάλαντα να πω
ήρθα να – ήρθα να τα πω να φύω
γιατί ψό – γιατί ψόφησα στο κρύο.
Θέλω να κάμω φορεσιά
και μια γραβάτα θαλασσιά
να τα βα – να τα βάνω να περάσω
την καρδου – την καρδούλα σου να κάψω.
Την μάνα μου την αγαπώ
μάνα μου θε να παντρευτώ
και μου βρη – και μου βρήκε μιαν αιτία
πως δεν ε – πως δεν έχω ηλικία.
Χρόνια πολλά, χρόνια καλά
χρόνια ευτυχισμένα
να έχουν όσοι εύχονται
το ίδιο και σε μένα.
Χριστούγεννα Χριστούγεννα
Χριστούγεννα τα απόψε,
γενάται και δοξάζεται,
στούς ου- στους ούρανους επάνω,
το μέλι τρώνε οι άρχοντες
και το – και το κερί οι Άγιοι
και το μερμηγκοβότανο,
το τρώ-το τρώνε οι κυράδες
κάτω στα Ιεροσόλυμα,
στου Κυ-στου Κύριου το τάφο,
εκεί δεντρί δεν ήτανε,
δεντρί δεντρί εφανερώθει,
το δέντρο ήταν ο Χριστός,
και τα -και τα κλαδιά προφήτες
που προφητεύαν και λεγάν,
για του-για του Χριστού τα πάθη
για του Χριστού τα Αφέντη μας,
για το-για το μονογενή μας
οπού τον εσταυρόσανε,
οι α-οι άνωμοι Εβραίοι,
οι άνωμοι και τα σκυλιά
κι τρείς,κι τρείς καταραμένοι.